-
1 φιλο-δέσποτος
φιλο-δέσποτος, seinen Herrn, Gebieter liebend; Theogn. 847; Eur. Ion 709; ἀνδράποδα φιλοδέσποτα, die Zwingherren liebende Knechte, Her. 4, 142; Sp., wie Ael. H. A. 6, 62.
-
2 ἄ-δραστος
ἄ-δραστος, ion. ἄ-δρηστος, unentrinnbar, unvermeidlich, Sp. Bei Her. ἀνδράποδα φιλοδέσποτα καὶ ἄδρηστα, die nicht zum Entlaufen geneigt sind, 4, 142.
-
3 φιλοδέσποτος
φιλο-δέσποτος, seinen Herrn, Gebieter liebend; ἀνδράποδα φιλοδέσποτα, die Zwingherren liebende Knechte
См. также в других словарях:
άδραστος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Άργους, γιος του Ταλαού και της Λυσιμάχης, κόρης του Άβαντα. Αδελφοί του ήταν ο Παρθενοπαίος, ο Πρώναξ, o Μηκιστεύς κι ο Αριστόμαχος. Αδελφή του ήταν η Εριφύλη. O Ταλαός σκοτώθηκε από τον συγγενή του… … Dictionary of Greek